Μοιραστείτε το.

Η διαμεσολάβηση είναι μία εναλλακτική μέθοδος εξωδικαστικής επίλυσης ιδιωτικών διαφορών, στην οποία τα μέρη με την βοήθεια και τη συνδρομή ενός τρίτου προς αυτά ουδέτερου και αμερόληπτου προσώπου, του διαμεσολαβητή, διαπραγματεύονται προκειμένου να καταλήξουν σε μία συμφέρουσα και ικανοποιητική για όλα τα μέρη εξωδικαστική επίλυση της διαφοράς, δίχως να απαιτείται η προσφυγή τους σε μία χρονοβόρα και δαπανηρή δικαστική διαμάχη.
Ο θεσμός της διαμεσολάβησης εισήχθη στην ελληνική επικράτεια με το ν. 3898/2010 “Διαμεσολάβηση σε εμπορικές και αστικές υποθέσεις”, κατ’ εφαρμογή της Οδηγίας 2008/52/ΕΚ.
Στη διαδικασία της διαμεσολάβησης μπορούν να υπαχθούν διαφορές αστικής και εμπορικής φύσεως. Ενδεικτικά, οι οικογενειακές διαφορές, οι διαφορές οροφοκτησίας, οι εργατικές διαφορές, οι διαφορές που πηγάζουν από αξίωση ηθικής βλάβης λόγω της προσβολής προσωπικότητας, οι διαφορές αστικής ιατρικής ευθύνης, καθώς και οι διαφορές μεταξύ οργανισμών συλλογικής διαχείρισης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και χρηστών μπορούν να υπαχθούν στον θεσμό της διαμεσολάβησης και να επιλυθούν εξωδικαστικά.
Ο διαμεσολαβητής είναι ένας ανεξάρτητος και αμερόληπτος μεσολαβητής με ειδική κατάρτιση και γνώσεις, διαπιστευμένος από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, ο οποίος συμβάλλει στην επίτευξη μίας αμοιβαίας ικανοποιητικής και συμφέρουσας για τα συμβαλλόμενα μέρη συμφωνίας.

Τα οφέλη της διαμεσολάβησης είναι πολλαπλά.

Αν και δεν υπάρχει χρονικός περιορισμός, η διαδικασία ολοκληρώνεται κατά μέσο όρο εντός της ιδίας ημέρας, σε χρονικό διάστημα περίπου οκτώ ωρών.

Τα μέρη που προσφεύγουν στη διαμεσολάβηση επιλέγουν εκουσίως το θεσμό αυτό για την εξωδικαστική επίλυση της μεταξύ τους διαφοράς με τη συνδρομή του διαμεσολαβητή.

Ο διαμεσολαβητής είναι τρίτο πρόσωπο σε σχέση με τους διαδίκους – μέρη και ουδέτερος.
Ενεργεί αμερόληπτα και ουδέτερα και οφείλει να μεριμνά για την ισότιμη εξυπηρέτηση των συμφερόντων όλων των μερών στα πλαίσια της διαμεσολάβησης (άρθρο 2 παρ. 2 Κώδικα Δεοντολογίας Διαπιστευμένων Διαμεσολαβητών – Υ.Α. 109088/2011).

Η διαδικασία της διαμεσολάβησης έχει εμπιστευτικό και απόρρητο χαρακτήρα και δεν τηρούνται πρακτικά.
Πριν από την έναρξη της διαδικασίας όλοι οι συμμετέχοντες δεσμεύονται εγγράφως να τηρήσουν το απόρρητο της διαδικασίας (άρθρο 10 ν. 3898/2010).
Ο διαμεσολαβητής επικοινωνεί και συναντάται με καθένα από τα μέρη είτε σε κατ’ ιδίαν είτε σε από κοινού συναντήσεις. Πληροφορίες που αντλεί ο διαμεσολαβητής κατά τις επαφές αυτές με το ένα μέρος δεν κοινολογούνται στο άλλο μέρος χωρίς την προηγούμενη σύμφωνη γνώμη του (άρθρο 8 παρ. 3 ν. 3898/2010).